Κάποτε υπήρχε ο κύριος Α. Ο κύριος Α ήταν πολύ εργατικός, αυτό που θα λέγαμε μυρμηγκάκι. Αυτό που έκανε πολύ καλά ο κύριος Α λεγόταν παραγωγή. Ούτος ειπείν, τράβαγε όλο το λούκι. Ο κύριος Α έμενε σε ένα τόπο λίγο απομονωμένο δηλαδή σα να λέμε ψιλομοναχούλης του. Κάποια στιγμή λοιπόν εκεί που δούλευε το χωράφι του, περνούσε από εκεί ο κύριος Β, σοβαρός και μετρημένος. «Μέρα», του είπε με τόνο μισομάγκικο μισοεπισήμο, γενικώς μεσοβέζικο. «Καλημέρα και σε σένα», απάντησε ο αγαθός κύριος Α. «Περνώ από το χτήμα σου συχνά και σε βλέπω πάντα να δουλεύεις» είπε με στόμφο ο κύριος Β». «Ναι, αυτό είναι αλήθεια» ανταπάντησε ο κύριος Α, για να συμπληρώσει αμέσως μετά «Και εγώ σε βλέπω που συνεχώς πηγαινόρχεσαι, πάνω κάτω πολλές φορές την ημέρα. Εσύ δεν δουλεύεις;»
« Μα φυσικά και δουλεύω τόσο όσο εσύ, ίσως και παραπάνω» έκανε σχεδόν προσβεβλημένος ο κύριος Β. «Και θα σου εξηγήσω αμέσως το γιατί. Εσύ έχεις τώρα πια πολύ μεγάλη παραγωγή στο χτήμα σου, και καλύπτεις όλες τις ανάγκες της οικογένειας σου. Τι θα έλεγες ότι σου περισσεύει να το αγοράζω εγώ και να το δίνω σε άλλους που το έχουν ανάγκη;» του ψιθύρισε με την σχεδόν σφυριχτή φωνή του ψιλοκλείνοντας και το δεξί του μάτι, νομίζοντας ότι είπε την ατάκα που κέρδισε το όσκαρ, όπως θα λέγαμε σήμερα. Καθόσον ο κύριος Α ήταν καλός κ’ αγαθός, και σκέφτηκε ότι κάτι θα κέρδιζε, σκέφτηκε ότι θα έκανε και καλό είπε να δοκιμάσει.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η καριέρα του ενδιάμεσου. Από τότε έτρεξε πολύ νερό στο αυλάκι. Υπήρξαν και μερικοί πονηροί με κάτι πλούσιες και παράξενες γενειάδες, με μονόκλ, με αυστηρές μούρες και πολλές πολλές σπουδές, και τα μπέρδεψαν τα πράγματα ακόμα παραπάνω. Μίλησαν για αγορά, για προσφορά και ζήτηση, για κεφάλαιο και δανεισμό. Πάντα το κλειδί σε όλες αυτές τις δοσοληψίες και τις τζιριτζάντζουλες ήταν κάποιος κύριος που είχε πάντα το ίδιο όνομα. Λεγόταν ο ενδιάμεσος. Και αυτός ο άνθρωπος έκανε κάτι πολύ μα πολύ αστείο. Ξεφύτρωνε σαν το σκατό ανάμεσα στη δοσοληψία δύο άλλων ανθρώπων. Και αυτό που έκανε πολύ καλά ήταν μόνο ένα πράγμα. Τους έπειθε ότι τους ήταν απαραίτητος. Και αυτός ήταν υπεύθυνος για την καταστροφή της ανθρωπότητας σε όλους τους τομείς! Και εξηγώ αμέσως το γιατί! Γιατί αγαπητοί μου, απλούστατα ήταν κομπλεξικός. Ο ρόλος του ήταν ο ρόλος του κομπάρσου που νομίζει πως είναι πρωταγωνιστής, και συμπεριφέρεται ως τέτοιος, έχει δε την ικανότητα να μένει στην επιφάνεια ως φελλός.
Παράδειγμα. Εγώ και η οικογένειά μου παράγουμε ντομάτες στο χωριό μου. Και θέλουμε να τις πουλήσουμε στην κοντινή πόλη. Έρχεται λοιπόν ο ενδιάμεσος, και μας πείθει ότι αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε εμείς μόνοι μας, για χίλιους δύο εξωφρενικούς λόγους, όπως το ότι μπορεί να συναχωθούμε στο ταξίδι, ότι μπορεί να μας συμβεί τίποτε στο δρόμο, ότι θα κουραστούμε πάρα πολύ και ξέρω γω τι άλλο. Αντ’ αυτού, θα αναλάβει την πώληση αυτός εξ’ ονόματός μας. Μας δίνει λοιπόν κάτι ψίχουλα για την παραγωγή μας, ενίοτε πετάει και τη μισή στα σκουπίδια και μιλάει για συμφορές και φρικαλέες δυσκολίες στη μεταφορά και μετά την πουλάει την επόμενη μέρα σε εξωφρενικές τιμές κάπου αλλού, κατά προτίμηση κοντά, για να μην κουράζεται πάρα πολύ και ο ίδιος που είναι και ευαίσθητος και τον πειράζουν τα μακρινά ταξίδια.
Άλλο παράδειγμα: Μου την σπάς και είσαι εχθρός μου. Θέλω να σε σπάσω στο ξύλο. Αρχίζω να σου τσαμπουκαλεύομαι για να στις βρέξω. Το παίρνει πρέφα ο ενδιάμεσος και αρχίζει το μπίρι μπίρι. Με πείθει ότι δεν είναι αρκετό να στις βρέξω, καλό θα είναι να σε καθαρίσω μια και καλή και γι’ αυτό μου πουλάει τον αντίστοιχο εξοπλισμό, αλλά το ίδιο κάνει και σε εσένα τον εχθρό μου, για να έχει διπλό το κέρδος, και κατ’ επέκταση να ικανοποιηθεί και ο εγωισμός του, ότι αφού θα εξολοθρευτούμε εμείς μεταξύ μας αυτός θα μείνει μετά να κάνει τα κουμάντα του.
Κάπως έτσι πήγαινε το πράμα και οι πατέντες που σκεφτόταν ο ενδιάμεσος πάντα γινόντουσαν πιο πολύπλοκες για να μπερδεύει τους γύρω και να δημιουργεί ανακατωσούρα, που ήταν πολύ του γούστου του γιατί έτσι ακουγόταν και το όνομά του και όπως και να το κάνεις καμάρωνε σαν το γύφτικο σκεπάρνι καθόσον εκτός από μέγας πλακατζής είναι και πολύ περήφανο ατομάκι.
Και επειδή όλο και σκεφτόταν καινούργιες πατέντες και κούραζε το ξερό του, κάποια στιγμή ξέμεινε από καινούργιες ιδέες!!! Και επειδή του τα μασάγανε και οι γκομενίτσες (γιατί μην τρελαθούμε και αυτός άνθρωπος με αδυναμίες είναι, και του τα μασουλάνε και αυτουνού) σκέφτηκε την κορυφαία πατέντα! Και την είπε παγκοσμιοποίηση! (εναλλακτικός τίτλος όλος ο κόσμος είναι μία γειτονιά) Και είχε τρελό σουξέ, γιατί ήταν πολύ εύηχη λέξη και δημιουργούσε δυνατές συγκινήσεις!!! Δηλαδή για να καταλάβεις, όταν εμένα μου τελείωνε το μαρούλι στο σπίτι μου, εσύ βάζεις πλερέζα και στεναχωριέσαι, γιατί εγώ δεν έχω μαρούλι να φάω σαλάτα! Κάπως έτσι το έχω καταλάβει το πράμα! Και έχει πολύ πλάκα, γιατί όταν ένας είναι λυπημένος, τότε όλοι πρέπει να είναι λυπημένοι, όταν ένας είναι χαρούμενος όμως, οι άλλοι είναι πάλι λυπημένοι γιατί αυτός τους ξεπερνάει σε χαρά και αυτοί μένουν παραπίσω. Μιλάμε για τρομερό νοητικό κατασκεύασμα!
Και κάπου εδώ αφήνω το μορφέα να πάρει τη σκέψη μου και να φτιάξει και άλλες θετικές σκέψεις για αυτό το μαγικό άτομο που το λένε ο ενδιάμεσος, η ο μεσάζοντας ή ο ρυθμιστής κτλ., κτλ., κτλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου