Οι περιπέτειες του ποκοπίκο Ι
Ο ποκοπίκο τεντώθηκε κάτω από τα σκεπάσματα. Ήταν Δευτέρα πρωί, και το τελευταίο πράγμα που ήθελε ήταν να το κουνήσει έστω και ένα εκατοστό από το ζεστό του, μαλακό και ευωδιαστό κρεβατάκι. Σε λίγο όμως, το ξυπνητήρι ξαναχτύπησε. Ήταν ένα από αυτά τα αυθάδικα πολύπλοκα ξυπνητήρια που για να τα κλείσεις μόνιμα πρέπει να είσαι και με τα δύο μάτια ανοιχτά, σε πλήρη συνείδηση και πιθανότατα καθισμένος και όχι ξαπλωτός… Δυστυχώς δε, ήταν σε τόση απόσταση από το κρεβάτι, έτσι ώστε να απαιτείται ένα καλό τέντωμα για το κλείσιμό του, ένα τέντωμα που πολλές φορές ήταν μοιραίο να διακόψει ένα από τα υπέροχα όνειρα του. Σε αυτά, πάντα είχε το ρόλο του πρωταγωνιστή σε μία υπέροχη περιπέτεια, π.χ. ήταν μαχαραγιάς και διέθετε ένα τεράστιο χαρέμι, ηγούταν ενός παντοδύναμου στρατού, ή απλώς πρωταγωνιστούσε σε μία περιπέτεια με δυνατά κυνηγητά. Σήμερα βέβαια έβλεπε κάτι διαφορετικό… Κάτι που ερχόταν κατευθείαν από το παρελθόν, πριν η αντρική του φύση επιβάλει τα βαρετά περιπετειώδη «αντρικά» όνειρα…
Έτσι ο ποκοπίκο έκανε να στρίψει προς τα δεξιά και να συνεχίσει το υπέροχο ταξίδι στην καραμελούπολη. Εκεί, όλα τα πράγματα ήταν φτιαγμένα από γλυκιά καραμέλα, οι βρύσες έτρεχαν κόκα κόλα, για να είσαι υγιής έπρεπε να τρως τουλάχιστον μία φορά την ημέρα γαριδάκια και άλλη μία παγωτό (χειμώνα και καλοκαίρι) και ήσουν υποχρεωμένος να κάνεις μπάνιο μόνο δύο φορές την εβδομάδα…
Τότε άξαφνα, μία κακή, πολύ κακή και επιθετική σκέψη μπήκε ξαφνικά στο μυαλό του, σα μύγα που μυρίστηκε φρέσκα σκατά. Είχε φτάσει το πρωί… Ήταν δευτέρα…και ω ναι, δεν ζούσε στην καραμελούπολη, αλλά στην τενεκεδούπολη και είχε πάλι απεργία, στα λεωφορία…και στα τρόλεϊ…και στον ηλεκτρικό! Πανικός κυρίευσε τον κακόμοιρο ποκοπίκο… Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει παρά να π ε ρ π α τ ή σ ε ι προς τη δουλειά;
Και πιστέψτε με, αυτό δεν είναι κάτι τόσο απλό όσο ακούγεται! Η αλήθεια είναι πως δούλευε σε ένα πολύ παράξενο μέρος… Δούλευε στο κέντρο της τενεκεδούπολης και είχε μία πολύ νευραλγική θέση, από την οποία εξαρτιόταν ολόκληρη η εύρυθμη λειτουργία της πόλης! Κύρια δουλειά του ήταν να χαϊδεύει τους συμπολίτες του. Μερικές φορές, όταν τα πράγματα στη δουλειά ήταν πολύ μα πολύ πιεσμένα, έπαιρνε και άλλες επιπλέον αρμοδιότητες και ευθύνες. Αναγκαζόταν να τους γαργαλάει και που και που ακόμα και να τους φυσάει φαγουρόσκονη στη μύτη για να κάνουν μερικά καλά φτερνίσματα.
«Παιδί μου ποκοπίκο, δεν υπάρχει τίποτα πιο υγιεινό από τρία τέσσερα καλά φτερνίσματα για να ξεκινήσεις τη μέρα σου» του έλεγε συχνά-πυκνά ο πατέρας του με διδακτικό ύφος. Είναι το μυστικό της ευεξίας μου και πρέπει να ακολουθείς το παράδειγμά μου.
Αυτό ήταν άλλο ένα σημαντικό πρόβλημα του ποκοπίκο. Επειδή ήταν πολύ ευγενικός αλλά και καταδεκτικός, όλοι νόμιζαν ότι δεν είχε άποψη για τα πράγματα και τρελαίνονταν να του κουνούν το δάκτυλο και να του λένε τι να κάνει! Αυτός ο κακομοίρης για να μην τους στενοχωρήσει προσπαθούσε να κάνει ή να υποδύεται πως κάνει αυτά που του έλεγαν. Όμως αυτό τον έβαζε συχνά σε μεγάλους μπελάδες, γιατί αυτά που του έλεγε ο ένας, έρχονταν σε σύγκρουση με αυτά που του έλεγε ο άλλος και στο τέλος όλα γίνονταν μπάχαλο. Για να γίνω πιο σαφής: του έλεγαν… Ένα καλό γαργάλημα είναι καλό να ξεκινά από τις πατούσες των ποδιών και να ανεβαίνει προς τα πάνω. Αυτό είναι η φυσιολογική τάξη των πραγμάτων και έτσι πρέπει πάντα να ξεκινάς. Σκέψου (του έλεγαν)… Γαργαλάς την πατούσα κάποιου… Η ανατριχίλα δεν θα αρχίσει να ανεβαίνει προς τα πάνω έως την σπονδυλική στήλη; Άρα αυτό αποδεικνύει την αλήθεια της μεθόδου… Κάποιος άλλος όμως επίσης του έλεγε: Το σωστό γαργάλημα πρέπει να ξεκινά από την αμασχάλη… (η οποία πρέπει πάντα να έχει μακριές τρίχες για τη μέγιστη απόλαυση…) και να προχωρεί προς τα κάτω γιατί έτσι η ευχαρίστηση εξελίσσεται σταδιακά και διαρκεί περισσότερο… Να ξεκινάς από πάνω!
Αυτός συνήθως ξεκινούσε από τη μέση και μερικές φορές πήγαινε προς τα πάνω, μερικές προς τα κάτω, έτσι όμως ούτε ο ίδιος ήταν απόλυτα ικανοποιημένος, ούτε και οι άλλοι που έβλεπαν ότι τελικά δεν άκουγε κανένα.
Δυστυχώς λοιπόν σήμερα έπρεπε να βιαστεί περισσότερο, αφού θα περπατούσε προς τη δουλειά, κάτι το οποίο φρόντισα να τονίσω προηγούμενα, γιατί έχω και εγώ το σκοπό μου… Άπλωσε λοιπόν τα ποδαράκια του για να τεντωθεί και να χασμουρηθεί και πάνω που ήταν έτοιμος να σηκωθεί, του ήρθε ένα μικρό και ευωδιαστό χεράκι στη μούρη που πολύ τον αναστάτωσε, γιατί δεν ήταν το δικό του, απ’ όσο μπορούσε να υποθέσει. Άνοιξε το αριστερό του μάτι και κοίταξε προς τα δεξιά για να δει την προέλευση του χεριού-εισβολέα και αμέσως ηρέμησε γιατί είδε πως το χέρι ανήκε στην αγαπημένη του αφροξυλάνθη, που κοιμόταν δίπλα του. Της έβγαλε την γλώσσα για αυτό που μόλις του είχε κάνει και με σβέλτες αποφασιστικές κινήσεις σηκώθηκε από το κρεβάτι και έτρεξε ευθύς προς την τουαλέτα για να κάνει τα πρωινά του πίου (αφού η γλυκιά του αφροξυλάνθη είχε πολύ ευαίσθητη ακοή και πολύ ευπρόσβλητη μύτη και όσο και να το κάνουμε ο ποκοπίκο ήταν και τζέντλεμαν με τα όλα του… Αφού ολοκλήρωσε με χαρακτηριστική ευκολία το δύσκολο τούτο έργο (του πίου στην τουαλέτα δηλαδή), πρόλαβε να καθαρίσει μόνο το ένα μάτι από την πρωινή του τσίμπλα γιατί θεώρησε ότι ήταν αρκετό για να βλέπει στην αρχή της ημέρας, έβηξε τρεις φορές για να πιάσει γούρι, έλεγξε την μύτη του στον καθρέφτη για να σιγουρευτεί ότι δεν υπήρχε κανάς απρόσκλητος μουσαφίρης και αγχωμένος έκλεισε την πόρτα της μικρής του ερωτικής φωλιάς για να βγει έξω και να αντιμετωπίσει τον κόσμο…
Συνεχίζεται…