Αρχή.
«Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τον Ουρανό και την Γη, και η Γη ήταν χωρίς μορφή και κενό. Παντού κυριαρχούσε το σκότος.» Ωραία, αλλά θα τρελαινόμαστε να μάθουμε τι έγινε πριν όλα αυτά. Ένα είναι βέβαιο. Η βίβλος δεν καταπιάνεται με αυτό το ζήτημα, ενώ ο μύθος της γένεσης μας λεει απλά πως δεν υπήρχε πριν, τουλάχιστον κατά μια κατανοητή για τους πολλούς έννοια. Οι περισσότεροι από εμάς, σχεδόν όλοι για την ακρίβεια, είναι δύσκολο να κατανοήσουμε πως ο χρόνος είχε κάποτε αρχή και κάποτε πιθανότατα θα καταλήξει σε κάποιο τέλος. Ναι, αλλά αν υπήρχε αρχή τι γινόταν κανά δυο ώρες πριν; Ε ρε μπελάς που με βρήκε…
Τη δεκαετία του 1870 ο άγγλος αρχαιολόγος George Smith, χάρη σε ανασκαφές που πραγματοποιούσε κοντά στην πόλη της Μοσούλης (στο νοτιοδυτικό Ιράκ) ανακάλυψε πως η βιβλική αναφορά της γένεσης, « στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τον Ουρανό και την Γη» ήταν ένας μύθος που οι εβραίοι είχαν αντιγράψει σε μεγάλο μέγεθος από τους Ασσύριους, αρχαίους απογόνους των Σουμερίων. Από τότε φυσικά πολύ νερό κύλησε στ’ αυλάκι και πολλές θεωρίες αναπτύχθηκαν για να αντικατασταθούν τελείως ή να τροποποιηθούν από άλλες. Μία μάλιστα, η πιο διαδεδομένη στην εποχή της και αρκετά διασκεδαστική, ήταν αυτή του Ιρλανδού αρχιεπισκόπου της Αγγλικανικής εκκλησίας James Ussher. Δημοσιεύθηκε στα 1656 στην χρονολογία του με τίτλο : ”Annales veteris testamenti a prima mundi origine deducti” ( Τα χρόνια της Παλαιάς Διαθήκης υπολογισμένα από την αρχή του Χρόνου). Αυτός ο ευρυμαθής κύριος λοιπόν, υπολόγισε πως ο κόσμος ξεκίνησε τη λειτουργία του το 4004 π.Χ., ακριβώς το μεσημεράκι της 23ης Οκτωβρίου!
Δευτερόλεπτα
Το χρέος που οφείλουμε στους Σουμέριους είναι ανυπολόγιστο. Αυτοί είναι που σημάδεψαν το ξεκίνημα του πολιτισμού μας. Έφτιαξαν μεγάλες πόλεις κράτη περιβαλλόμενες από τείχη και ναούς για τις θεότητές τους, πράγματα που σήμερα φαίνονται μεν κοινότυπα, τότε όμως ήταν άκρως ριζοσπαστικά! Δεν υπάρχει καταγραφή άλλου πολιτισμού πριν από τον δικό τους. Αν υποθέσουμε ότι η μη ανεύρεση στοιχείων για ύπαρξη άλλων πολιτισμών ισοδυναμεί με απόδειξη μη ύπαρξής τους, τότε αυτόματα πρέπει να δεχτούμε πως οι Σουμέριοι ήταν αυτοί που εφηύραν οχήματα κινούμενα με τροχούς, την αγγειοπλαστική, επιτραπέζια παιχνίδια, παιχνίδια με μπάλες, το πρώτο σύστημα γραφής, τους πρώτους κώδικες νόμου, τη γεωμετρία, τον μύλο, ένα ημερολόγιο βασισμένο στις φάσεις της σελήνης, και τέλος κατά μια έννοια εφηύραν το δευτερόλεπτο!
Η σημερινή λέξη δεν προέρχεται φυσικά από τους Σουμέριους αλλά από τους Λατίνους.(secunda= δεύτερο, αυτό που έρχεται μετά το πρώτο=prima minuta). To λεπτό προέρχεται από την εξηνταδική διαίρεση της ώρας σε πρώτα λεπτά. Με τον ίδιο τρόπο προκύπτει και το δευτερόλεπτο. Είχαν οι Σουμέριοι λέξη για το δευτερόλεπτο; Αυτό δεν το ξέρουμε, θα μπορούσαμε όμως να υποθέσουμε πως θα μπορούσε να είναι η λέξη «gesh», που μεταξύ άλλων υποδηλώνει τον αριθμό ένα (άλλες σημασίες: «άνθρωπος», « στητός φαλλός!» τώρα πως οι ωραίοι αυτοί τύποι κατάφερναν να χωρέσουν τόσο διαφορετικές έννοιες υπό την σκεπή μιας και μόνης λέξης…) Χρησιμοποιούταν λοιπόν για να περιγράψει μια γεωμετρική μοίρα (1/360 του κύκλου) στο μοναδικό τους σύστημα γεωμετρίας που είχε για βάση τον αριθμό 60. Τώρα η εύλογη ερώτηση είναι γιατί τον συγκεκριμένο αριθμό; Ίσως ήταν ο πιο εύκολος στη χρήση ή γιατί είναι ο μικρότερος αριθμός με το μεγαλύτερο αριθμό διαιρετών. Με ένα νόμισμα των 60-gesh μπορούσες να πας στην αγορά και να αγοράσεις 1 ταύρο, 2 γελάδες( άραγε ήταν τρελές τότε;), 3 προβατάκια, 4 γουρούνια, 5 σκυλιά, 6 ξύλινα καθίσματα τουαλέτας( ναι, είχαν και από αυτό!), 10από αυτά,15 από εκείνα, 30από τ’ άλλα, 60από ότι υπήρχε τότε τέλοσπαντων! Αν ένα σύστημα βόλευε την αγορά, τότε ήταν καλό για τα πάντα (γιατί τώρα τι γίνεται…), αλλά οι θεωρίες είναι φυσικά πολυπληθείς…
Σίγουρα υπάρχει σχέση ανάμεσα σε αριθμούς και τους Θεούς των αρχαίων Μεσοποτάμιων που κατάγονταν από τους Σουμέριους. Ο πιο μαγικός αριθμός απ’ όλους, το 3.600 ονομαζόταν sas ή saros και το σύμβολο του ήταν κυκλικό: η λέξη επίσης σήμαινε «ολόκληρο», «τα πάντα», «κόσμος». Οι Bαβυλώνιοι Θεοί Αssar και Kissar πήραν το όνομά τους από τον εν λόγω αριθμό και ενώθηκαν γεννώντας το Θεό του παραδείσου τον Anu, που σύμβολό του ήταν ο αριθμός 60. Βέβαια ας μην ξεχνούμε την πιθανότητα οι Σουμέριοι να λειτούργησαν αντίστροφα και να έφτιαξαν τους θεούς τους βάση των αριθμών τους…
Η πιο πιθανή θεωρία για την αιτιολόγηση του εξηνταδικού αυτού συστήματος προέρχεται από τον Γάλλο Ιστορικό των Μαθηματικών τον Georges Ifrah. Τα περισσότερα συστήματα φαίνεται πως ξεκίνησαν από το μέτρημα δακτύλων. Οι λέξεις των Σουμερίων για το έξι, επτά και εννιά σημαίνουν αντίστοιχα πέντε συν ένα, πέντε συν δύο και πέντε συν τέσσερα. Η λέξη του δέκα, «u», επίσης σημαίνει « δάκτυλα». Ίσως έτσι οι Σουμέριοι έφτιαξαν ένα σύστημα με διπλή βάση, το πέντε και το δώδεκα, καταλήγοντας στο 60. Ο Georges Ifrah έφτιαξε ένα αξιομνημόνευτο σύστημα μέτρησης με δάκτυλα, που ίσως να αποτέλεσε την έναρξη των Σουμερίων μαθηματικών, άρα και των λεπτών και δευτερολέπτων. Κοιτάξτε το δεξί σας χέρι με την παλάμη προς το πρόσωπο. Μην μουντζώσετε τον εαυτό σας, τουλάχιστον όχι ακόμα. Θα παρατηρήσετε πως καθένα από τα τέσσερα δάκτυλα έχει τρεις φάλαγγες!(Ζήτω) Αν τις αθροίσουμε, είναι 12. Όπως με τον άβακα, με τα δάκτυλα του αριστερού χεριού μπορούμε να μετράμε τις μονάδες από το ένα έως το δώδεκα, ενώ με το αριστερό μπορούμε να μετράμε τις δωδεκάδες. Αν κάθε δάκτυλο αντιστοιχεί σε μια δωδεκάδα, το άθροισμα των πέντε δακτύλων μας δίνει τον αριθμό 60! Έτσι, οποιοσδήποτε αριθμός μικρότερος του 60 μπορεί εύκολα να δειχθεί. Ο αριθμός 34 για παράδειγμα, μπορεί να συμβολιστεί ως 24+10. Το 24 συμβολίζεται με δυο δάχτυλα του αριστερού χεριού και το δέκα με τον αντίχειρα να ακουμπά την κορυφαία φάλαγγα του δείκτη! (Μήπως τελικά εκείνοι οι τρελοί στο χρηματιστήριο που κουνάνε τα χέρια τους σα δαιμονισμένοι ξέρουν κάτι παραπάνω; Λεω τώρα εγώ)
Το ότι οι Σουμέριοι χώριζαν τον κύκλο σε 360 μοίρες δεν αμφισβητείται. Οι ώρες τους όμως, γνωστές ως danna, ήταν αντίστοιχες με δυo δικές μας, κάνοντας τα μερόνυχτά τους να αποτελούνται από δώδεκα συνολικά ώρες. Μάλλον λεπτά και δευτερόλεπτα δεν χρησιμοποιούσαν… Στην επιστήμη, τα δευτερόλεπτα χρησιμοποιούνταν από το 2ο αιώνα π.Χ. Ο Έλληνας αστρονόμος και μαθηματικός Ήπαρχος, κατάφερε να υπολογίσει τη διάρκεια του χρόνου με ακρίβεια εξίμηση λεπτών. Στη ζωή των απλών Σουμερίων όπως και στη σύγχρονη για τους περισσότερους από εμάς μάλλον τα δευτερόλεπτα δεν έχουν σημαντικό ρόλο εκτός από τους τομείς της επιστήμης και του αθλητισμού.
Η άποψη ότι η ύλη αποτελείται από διακριτά άτομα διατυπώνεται απ’ όσο ξέρουμε από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους Λεύκιππο και Δημόκριτο. Αργότερα άλλοι, όπως ο Επίκουρος και ο Λουκρήτιος υποστήριξαν ότι ο χρόνος δεν είναι συνεχής, αλλά μπορεί να χωριστεί σε μια σειρά από «διακριτές ατομικές στιγμές». Γιατί τώρα καθορίστηκε να υπάρχουν 22.560 δευτερόλεπτα σε μια ώρα, ίσως να μη μάθουμε ποτέ. Το μεσαίωνα, μια εποχή οπού η γνώση περιορίστηκε και κυνηγήθηκε στην Ευρώπη, η Εκκλησία ανέλαβε το ρόλο της ενασχόλησης με το χρόνο. Τότε, τον 8ο μ.Χ. αιώνα ένας λόγιος μοναχός, ο σεβάσμιος Bede, ενασχολήθηκε φανατικά με το ζήτημα του χρόνου, υποστηρίζοντας τη διαίρεσή του στις σημερινές μονάδες. Φυσικά η προσέγγισή του ήταν καθαρά θεωρητική, αφού μόνο 400 χρόνια αργότερα κατασκευάστηκαν τα πρώτα μηχανικά ρολόγια.
Παρόλο που δημιουργήθηκε το θεωρητικό υπόβαθρο των δευτερολέπτων, ήταν ακόμα μη εφαρμόσιμο-υπήρχαν μόνο ηλιακά ρολόγια με μικρή ακρίβεια. Στο τέλος του 16ου αιώνα χάρη στα πειράματα του Γαλιλαίου με το εκκρεμές, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για κατασκευή ρολογιών ακριβείας. Το δευτερόλεπτο ισοδυναμούσε με την περίοδο ενός εκκρεμούς με μήκος 39 ½ ίντσες.
Λεπτά
Στο έβδομο βιβλίο της φυσικής του ιστορίας, ο Πλίνιος μας αναφέρει πως το 451 π.Χ. μόνο το ηλιοβασίλεμα και η ανατολή αναγνωρίζονταν ως οδηγά σημεία του μερόνυκτου. Λίγο αργότερα, το μεσημέρι αναγνωρίστηκε ως άλλο ένα τμήμα της μέρας και η τελευταία ώρα της μέρας διαλαλιόταν από ένα αξιωματούχο. Ο Lucius Papirus Cursor ήταν ο πρώτος που έφερε ηλιακό ρολόι στη Ρώμη περίπου το 290 π.Χ. Χώριζε τη μέρα σε 12 ώρες, όρο τον οποίο οι Ρωμαίοι δανείστηκαν από τους Έλληνες, από την εποχή του Μέγα Αλέξανδρου 100 χρόνια νωρίτερα. Πρέπει να ήταν πολύ περήφανος για το ρολόι του και να είχε διοργανώσει υπέροχα μπάρμπεκιου στον κήπο του για να κοκορεύεται για το απόκτημά του, που μάλλον δεν είχε στηθεί καλά, γι’ αυτό και η μόδα δεν έπιασε αμέσως, αφού ποτέ δεν λειτούργησε. Ένας αξιωματούχος, ο Valerius Massala, μπόρεσε να φέρει άλλο ένα ηλιακό ρολόι στη Ρώμη το 263 π.Χ., αλλά ούτε αυτός το χάρηκε, γιατί για πρώτη φορά ηλιακό ρολόι στήθηκε σωστά στη Ρώμη περίπου 99 χρόνια μετά (τα προβλήματα πήγαζαν από τη διαφορά γεωγραφικού πλάτους).
Ο Πτολεμαίος, το 2ο π.Χ. αιώνα χώρισε τη μέρα σε τέσσερα τέταρτα των 6 ωρών, ή 360 χρόνους. Άρα γι’ αυτόν ο χρόνος ήταν ίσος με 4 λεπτά, χρόνος που ήταν δυνατόν να μετρηθεί με ηλιακό ρολόι ή κλεψύδρα. Ο Bede ονόμασε τους χρόνους του Πτολεμαίου «partes» και ανέφερε και τις μικρότερες υποδιαιρέσεις του συστήματός του, που ονόμασε «momenta». Ο Πτολεμαίος είχε χωρίσει την ώρα σε 40 «momenta» κάνοντας κάθε ένα από αυτά να διαρκεί 90 δευτερόλεπτα. Τα «momenta» ήταν η μικρότερη υποδιαίρεση των αρχαίων. Βέβαια ως άνθρωπος με ανησυχίες ο Bede δημιούργησε και ένα κάρο άλλες υποδιαιρέσεις πριν φτάσει στη θεμελίωση των σημερινών μονάδων…
Παρόλα αυτά, ο μέσος άνθρωπος του μεσαίωνα έμεινε επιδεικτικά ασυγκίνητος στον κόπο όλων αυτών των επιστημόνων που ίδρωναν να τιθασεύσουν το χρόνο, αφού είχε πολύ σημαντικότερα πράγματα να κάνει, όπως το να αγωνίζεται να τη σκαπουλάρει από την Ιερά εξέταση και το γείτονα που εποφθαλμιούσε το διπλανό χωράφι. Έτσι, όπως αναφέρεται στο « Χρονικό της Constance», στις 23 Αυγούστου του 1295 έγινε ένας σεισμός που είχε τόση διάρκεια όση χρειαζόταν να πεις ένα «Paternoster και ένα Ave Maria!!!» Ένας σεισμός στη Νάπολη το1456 διήρκεσε τόσο, όσο να πεις ένα Miserere αρκετά αργά και μάλιστα 1,5 φορές!» Φυσικά με ανάλογο τρόπο γινόταν και η μέτρηση του χρόνου των βασανιστηρίων! Δηλαδή στα 15 Ave Maria άντεχες, στα 25 τα πράγματα ήταν δύσκολα, στα 30…χαιρετούσες τη Μαρία από κοντά…Οι θάλαμοι βασανιστηρίων μάλιστα που είχαν κλεψύδρα, όπως είχε διατάξει ο πάπας Παύλος ο ΙΙΙ, θεωρούνταν κυριλέ!
Στην Κίνα του 18ου αιώνα τα λεπτά μετριόνταν ως μπολ ρυζιού, που ήταν ο τέλειος χρόνος για να φας ένα μπολ ρυζιού (η λαιμαργία, ή η πολύ αργή κατάποση θεωρούταν άκρως αγενής!)
Ουσιαστικά η χρήση του λεπτού ξεκίνησε στα τέλη του δέκατου όγδοου-αρχές δέκατου ένατου αιώνα και όπως για πολλές άλλες μονάδες τα στάνταρτ της τέθηκαν το 1967. Τώρα πια υποδηλώνεται από ένα άνευ ουσίας μεγάλο αριθμό που αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο αριθμό ατομικών ταλαντώσεων του ατόμου του Καισίου. Μάλλον του κυρίου Βede δεν θα του άρεσε ιδιαίτερα…
Ώρες
Γιατί μια μέρα αποτελείται από 24 ώρες; Μάλλον οι αρχαίοι Αιγύπτιοι φταινε γι’ αυτό, γιατί περισσότερο από 3000 χρόνια πριν οι ιερείς του Ρα διέταξαν πως πρέπει να υπάρχουν 12 ώρες μέρας και 12 νύχτας. Οι Σουμέριοι, όπως αναφέρθηκε ήταν οι πρώτοι που αναγνώρισαν τη σημασία του αριθμού 12, έχοντας ίσως ελατήρια ταπεινότερα από αυτά που θα φανταζόταν κάποιος. Σιγά-σιγά, ο αριθμός 12 απέκτησε μυστικιστική αξία, αντιπροσωπεύοντας θεούς, πλανήτες κτλ. Γι’ αυτό οι Αιγύπτιοι χώρισαν το χρόνο σε 12 μήνες των 30 ημερών. Συνολικά ο χρόνος τους είχε 360 μέρες. Βέβαια, ο ηλιακός χρόνος είχε 365, αλλά αυτό δεν τους πείραζε, γιατί τις πέντε μέρες που περίσσευαν τις χρησιμοποιούσαν για να λατρεύουν τους Θεούς τους, με πρώτο το Μέγα Ρα. Για τους Αιγυπτίους, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι τα μερόνυχτα τους έπρεπε να διαιρούνται σε 12ωρα, όμως το πρόβλημα ήταν να κατανείμουν ίσο αριθμό ωρών σε μέρες και νύχτες διαφορετικής διάρκειας. Σύντομα ανακάλυψαν πως 12 ώρες μέρα και 12 νύχτα υπάρχει μόνο στις περιοχές των Ισημεριών, οπότε τα δυο 12ωρα ενώθηκαν σχηματίζοντας το 24ωρο.
Στη μέτρηση των ωρών ιδιαίτερα χρήσιμα ήταν τα ηλιακά ρολόγια. Ένα απλό τέτοιο ρολόι μπορούσε να κατασκευαστεί από δυο κομμάτια ξύλο. Το πρώτο κομμάτι ήταν επίπεδο σαν χάρακας και το δεύτερο, αρκετά μικρότερο σε μήκος, ήταν προσαρμοσμένο στην άκρη του πρώτου σχηματίζοντας ορθή γωνία. Για να διαβάσουν την ώρα, το απέθεταν στο έδαφος, έτσι ώστε ο άξονας του να είναι παράλληλος με αυτόν από την ανατολή προς την δύση, με το κάθετο κομμάτι ξύλου προς την ανατολή. Καθώς ο ήλιος ανέτειλε, η σκιά από το κάθετο ξύλο είχε το μεγαλύτερο μήκος, για να φτάσει στη μέση της μέρας να έχει σχεδόν μηδενικό. Έπειτα, γύριζαν το πρωτόγονο αυτό ρολόι αντίστροφα, (180 μοίρες), έτσι ώστε η σκιά να είναι πάλι μετρήσιμη καθώς ο ήλιος προχωρούσε προς τη δύση του. Τη νύχτα, τα πράγματα ήταν πιο πολύπλοκα. Τη λύση εδώ έδιναν τ’ άστρα. Κάθε λαός είχε λίγο έως πολύ τα δικά του άστρα-οδηγούς. Οι Βόρειοι λαοί είχαν τον πολικό αστέρα, οι Αιγύπτιοι ένα σύμπλεγμα 36 αστεριών.
Οι κλεψύδρες, τα γνωστά μας ρολόγια με νερό η άμμο, θα έπρεπε να λύνουν το πρόβλημα εναλλαγής μέρας-νύχτας. Η αρχή της λειτουργίας της κλεψύδρας είναι απλή: Νερό ή άμμος μετακινείται από ένα δοχείο σε ένα άλλο. Άρα δεν θα έπρεπε να επηρεάζεται από την μέρα ή τη νύχτα… Επηρεάζεται όμως από την θερμοκρασία: Αν υποθέσουμε πως η εναλλαγή θερμοκρασίας είναι της τάξεως των 24 0C( από 25 οC τη μέρα σε 1 0C τη νύχτα, τότε η ροή στην κλεψύδρα γίνεται διπλάσια…) Στην αρχαιότητα κατά καιρούς είχαν κατασκευαστεί τεράστιες κλεψύδρες (Οι κινέζοι το 1100 μ.Χ. είχαν κατασκευάσει μια κλεψύδρα με ύψος 12μ. και πλάτος 6μ., ενώ οι Έλληνες 1000 χρόνια πιο πριν είχαν κατασκευάσει μια άλλη της οποίας ο τροχός που την τροφοδοτούσε με νερό είχε περίμετρο 4μ.) Ανεξάρτητα όμως από το μέγεθος και την κατασκευαστική τελειότητα όλες αυτές οι κλεψύδρες μοιράζονταν ένα κοινό: Ήταν ιδιαίτερα ανακριβή μηχανήματα μέτρησης του χρόνου…
Το μεσαίωνα οι νυχτερινές ώρες είχαν πάρει ενδιαφέροντα ονόματα: occasus solis-ηλιοβασίλεμα, crepusculum-λυκόφως, vesperum-εμφάνιση του πρώτου άστρου στη δύση, conticium-ησυχία, intempestum-ώρα γαλήνης, galinicum- η ώρα του πετεινού,aurora-πρώτο φως, diluculum-χαραυγή, exortus solis-…….. Βέβαια όλες αυτές οι ώρες δεν διαρκούσαν τον ίδιο χρόνο και μάλλον είχαν διαφορετική σημασία για τον καθένα. Σιγά-σιγά η εκκλησία όπως αναφέρθηκε φρόντισε τον καθορισμό της 24ωρης ημέρας με 1.440 λεπτά και 86.400 δευτερόλεπτα. Σιγά-σιγά ρολόγια άρχισαν να δημιουργούνται και να κοσμούν καμπαναριά εκκλησιών και παλάτια. Το νέο πρόβλημα που προέκυψε ήταν ο συγχρονισμός τους σε περιοχές που απείχαν σημαντικά η μια από την άλλη, πρόβλημα αρκετά δύσκολο που επιλύθηκε το 1924 όταν το BBC άρχισε να μεταδίδει την ώρα βάσει της περιοχής Greenwich, κάτι που συνεχίζεται έως σήμερα.
Μέρες
Στην εποχή μας, το 24ωρο ξεκινά στις 00.00 τα μεσάνυχτα, που σημαίνει πως κάθε νέο 24ωρο ξεκινά σε διαφορετική χρονική στιγμή σε διαφορετικά μέρη, ανάλογα με το σημείο που βρίσκονται στην επιφάνεια της γης. Το μεσημέρι έχει καθοριστεί στις 12.00 ανεξάρτητα από την τοποθεσία, πράγμα που σημαίνει πως σε διαφορετικές περιοχές της γης το μεσημέρι λαβαίνει χώρα σε διαφορετική χρονική στιγμή ανάλογα με το γεωγραφικό μήκος, δηλαδή το μεσημβρινό που ανήκει αυτό το μέρος (υπάρχουν 24 μεσημβρινοί, όσοι και οι ώρες σε μια μέρα). Ο πρώτος, είναι ο μεσημβρινός του Greenwich, και ο επόμενος προς τα ανατολικά έχει +1ώρα διαφορά, ενώ ο επόμενος προς τα δυτικά –1ώρα.
Τα ονόματα των ημερών της εβδομάδας έχουν εβραϊκές ρίζες. Το Σάββατο (εβραϊκό Sabbath) η τελευταία μέρα της εβδομάδας, είναι μέρα ξεκούρασης δοσμένης από το Θεό. Η Κυριακή, (μέρα του Κυρίου) ανακηρύχθηκε έτσι από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο αφού αυτός ασπάστηκε την Χριστιανική Θρησκεία και θεωρήθηκε η πρώτη μέρα της εβδομάδας. Τα ονόματα των υπολοίπων ημερών τονίζουν τη σχέση τους με τη Κυριακή, (Δευτέρα-δεύτερη μετά την Κυριακή κ.ο.κ)
Εβδομάδες
Η εβδομάδα είναι μια «τεχνητή» διαίρεση του χρόνου. Θα μπορούσε να αποτελείται από πέντε, έξι, επτά, δώδεκα μερόνυχτα. Που βρίσκεται το πρόβλημα; Και εδώ έρχεται πάλι ο ηλιακός χρόνος των 365 ημερών. Ο αριθμός των ημερών της εβδομάδας έπρεπε να διαιρεί το 365. Γιατί όμως 7 και όχι 5; Τα πρώτα Τευτονικά φύλα χρησιμοποιούσαν εβδομάδες 5 ημερών, αλλά ήταν οι εξαιρέσεις. Η εβδομάδα των επτά ημερών είναι τόσο παλιά όσο και ο πολιτισμός…Για τους Εβραίους ο αριθμός επτά έγινε κάτι σαν μονομανία… Είχαν τριών ειδών «εβδομάδες». Η πρώτη, ήταν η συνηθισμένη των επτά ημερών. Η «δεύτερη» ήταν αυτή των επτά ετών και η τρίτη αυτή των επτά επί επτά ετών= 49 ετών, στο τέλος των οποίων (το πεντηκοστό έτος) ήταν το Ιωβηλαίο, που εορταζόταν για να τους θυμίζει την ελευθέρωση από την Αίγυπτο. Από που προέρχεται το όνομα της εβδομάδας; Ετυμολογικά σημαίνει το άθροισμα 7 ημερών…
Μήνες
Το φεγγάρι χρειάζεται 29 ½ μέρες για να ολοκληρώσει ένα κύκλο των φάσεών του. Αυτός ο αριθμός ημερών αποτέλεσε τη βάση όλων των ημερολογιακών μηνών. Ήταν μόνο θέμα χρόνου κάθε μήνας να πάρει το δικό του όνομα. Βέβαια χωρίς το σημερινό πολύπλοκο σύστημα μηνών με διαφορετικό αριθμό ημερών και την δημιουργία δίσεκτων ετών, σιγά-σιγά οι μήνες αντιστοιχούσαν σε διαφορετικές εποχές. Αυτό που ξεκίνησε ως Se-kin-kud (μήνας θέρους του καλαμποκιού) πρέπει να είχε αλλάξει όνομα μόνο μετά από 15 έτη, λόγω ακριβώς αυτού του φαινομένου.
Τα σημερινά ονόματα των μηνών παρέμειναν λίγο έως πολύ σταθερά για τα 2000 τελευταία χρόνια και ο λόγος ήταν πως αντί να ονοματίζονται με βάση τις εποχές ονοματίστηκαν από Ρωμαίους αυτοκράτορες, Θεούς, και αριθμούς. Έτσι ο Ιανουάριος ονοματίστηκε από το Ρωμαϊκό Θεό Janus, και εναλλασσόταν με το μήνα Μάρτιο ως ο πρώτος μήνας κάθε έτους. Ο Janus ήταν ένας Θεός διπρόσωπος, άρα παιχνιδιάρης, που με το ένα πρόσωπο κοιτούσε το χρόνο που πέρασε και με το άλλο αυτόν που έρχεται.
Στο σύστημα που κληρονόμησε ο Ιούλιος Καίσαρας τον πρώτο αιώνα π.Χ., ο Φεβρουάριος ήταν ο τελευταίος μήνας του χρόνου και ταυτόχρονα ο μικρότερος (είχε μόνο 28 ημέρες). Το όνομά του προέρχεται από τη Ρωμαϊκή γιορτή της κάθαρσης «Februarius» που γινόταν στις 15 του μήνα και που όπως οι περισσότερες Ρωμαϊκές γιορτές έδινε στους πολίτες την ευκαιρία να πιουν τον άμπακο, να πλακωθούν στους δρόμους και γενικότερα να τους πιάσει αμόκ. Αργότερα όταν ο Φεβρουάριος έγινε ο δεύτερος μήνας, αμέσως θεωρήθηκε επικίνδυνος, μήνας των ατυχιών και δυστυχημάτων. Ο Μάρτιος πήρε το όνομά του από τον Άρη (Mars), το Θεό του πολέμου. Η λατινική ονομασία του ανοίγω είναι «aperire» και από εδώ παίρνει το όνομά του ο Απρίλιος, που είναι ο μήνας που η Φύση αναγεννάται, «ανοίγεται» στη δημιουργία νέας ζωής. Ο Μάιος χρωστά το όνομά του στη Maia, άλλη μια Ρωμαϊκή Θεότητα που προστάτευε τους γεωργούς αμείβοντας τους με αγαθά και κέρδη. Ήταν άλλη μια καλή ευκαιρία για τους αρχαίους Ρωμαίους να τραγουδήσουν, χορέψουν, να φάνε, να πιούνε τα λυσσακά τους και τέλος να τα βγάλουν προικισμένοι με φοβερά hangover’s. O Ιούνιος (από την Ήρα a.k.a «Juno») ο μήνας που παντρευόταν ο κόσμος, αφού η Θεά και γυναίκα του Δια ήταν προστάτιδα των γυναικών και του γάμου (με τέτοια προστάτιδα πως να μην προκόψουν;). Φτάνοντας στον Ιούλιο οι περισσότεροι ξέρουμε την προέλευσή του (Όσοι διαβάζουν Asterix σίγουρα…) Ο νουνός εδώ ήταν ο ίδιος ο Ιούλιος Καίσαρας, μέγας αναδιαμορφωτής του ημερολογίου και άνθρωπος όχι ιδιαίτερα μετριόφρων. Ο μήνας Αύγουστος, πρωτύτερα γνωστός ως Sextilis ονομάστηκε έτσι από τον αυτοκράτορα Αύγουστο Καίσαρα αφού μέσα σε αυτό τον μήνα του κάθισε οτιδήποτε αποφάσισε να κάνει: Κέρδισε αξιώματα, έκανε θριάμβους, σταμάτησε εμφυλίους, προσάρτησε την Αίγυπτο κτλ. Έκανε μάλιστα και ένα ωραίο: Φοβήθηκε πως επειδή ο Ιούλιος είχε 31 μέρες και ο δικός του μόνο 30, μπορεί οι μεταγενέστεροι να θεωρούσαν πως ο Ιούλιος Καίσαρας ήταν καλύτερος αυτοκράτορας… Έτσι πήρε μια μέρα από τον Φεβρουάριο τον οποίο έκανε πιο κουλό και την έβαλε στο δικό του μήνα! (σιγά που δεν θα ‘βρισκε τη λύση…) Οι υπόλοιποι μήνες ήταν απλά αριθμημένοι. Βέβαια κατά καιρούς όλο και κάποιος προσπαθούσε να κάνει αλλαγούλες, έτσι για να ανάβουν τα αίματα, όπως ο μέγας σουρεαλιστής Νέρωνας που πήρε τον Απρίλιο και τον ονόμασε Νερόνιο, αλλά γρήγορα όλοι κατάλαβαν τι πλακατζής που ήτανε και τον αντιμετώπισαν ανάλογα.
Έτη
Η περίοδος μετά το 8 π.Χ. ήταν χωρίς αλλαγές για το ημερολόγιο, αλλά ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα επωαζόταν… Ο μέσος ηλιακός χρόνος δεν ήταν ακριβώς 365 ¼ ημέρες. Η διαφορά δεν ήταν μεγάλη, μόνο 11 λεπτά και 14 δευτερόλεπτα κάθε χρόνο, δημιουργώντας μια διαφορά της τάξεως της μιας εβδομάδας σε 1000 χρόνια. Το πρόβλημα είναι όμως πως και οι χιλιετίες περνάνε κάποτε, οπότε η διαφορά μεταξύ του Ιουλιανού και του ηλιακού ημερολογίου άρχισε να γίνεται σημαντική. Ένας Άγγλος, ο Roger Bacon (1214-92) ανέλαβε εκ μέρους του πάπα Clement IV να ξεδιαλύνει το ζήτημα. Η εκκλησία ενδιαφερόταν για το ζήτημα του ημερολογίου, και αυτό γιατί είχε βασική σημασία για τις γιορτές της. Τα Χριστούγεννα είναι χειμωνιάτικη γιορτή ( χιόνιζε μάλιστα) οπότε δεν θα ήταν συνεπές να γιορτάζονται το κατακαλόκαιρο! Το ίδιο ακριβώς ίσχυε και για τη γιορτή του Πάσχα. Τελικά το ζήτημα δεν διευθετήθηκε και διάχυτη αναβλητικότητα κατέλαβε τους πάπες για να φτάσουμε στον Γρηγόριο τον ΧΙΙΙ που αποφάσισε να επέμβει στα τέλη του δέκατου έβδομου αιώνα. Ήδη από το 45 π.Χ. το ημερολόγιο είχε « γλιστρήσει» κερδίζοντας 10 μέρες. Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να γίνει ήταν να «κοπούν» αυτές οι μέρες. Αυτό έγινε, όχι ταυτόχρονα όμως στις ευρωπαϊκές χώρες, και όχι χωρίς επεισόδια και προβλήματα. Το δεύτερο βήμα ήταν να διορθωθεί ή έστω να μειωθεί το πρόβλημα. Η διαφορά αυτή των 11 λεπτών και 14 δευτερολέπτων προέκυπτε από το γεγονός πως υπήρχαν υπερβολικά πολλά δίσεκτα έτη, δίνοντας 0.0078 μέρες παραπάνω απ’ ότι έπρεπε κάθε χρόνο ή 3.12 μέρες κάθε 400 χρόνια. Η λύση ήταν η μείωση των δίσεκτων ετών, αφού αποφασίστηκε πως από τα δίσεκτα έτη θα εξαιρούνται αυτά με τα οποία ξεκινούν οι αιώνες (π.χ. 1600, 1700 κτλ.), εκτός και αν είναι διαιρέτες του τέσσερα (π.χ. 1600, 2000, 2400). Έτσι η ακρίβεια του ημερολογίου αυξήθηκε, αφού τώρα κέρδιζε μόνο 25.9 δευτερόλεπτα κάθε χρόνο ή μια μέρα κάθε 2.800 χρόνια και ο Γρηγόριος έδωσε το όνομά του στην καινούργια παραλλαγή του ημερολογίου.
Η ιστορία της προσπάθειας του ανθρώπου να δαμάσει το χρόνο είναι φυσικά πολύ μεγαλύτερη και πολύπλοκη από αυτή που φαίνεται εδώ. Με την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας οι ορισμοί των μονάδων αλλάζουν και θα αλλάζουν (σήμερα το δευτερόλεπτο ορίζεται ως 9.192.631.770 ταλαντώσεις του ατόμου του Κεσίου 133) χωρίς ταυτόχρονα να έχουν και σημασία για κανένα. Ο χρόνος είναι υποκειμενικός. Τον αντιλαμβανόμαστε μέσα από το περιβάλλον μας που αλλάζει, τη δικιά μας συμπεριφορά μέσα σε αυτό, τα γεγονότα της ζωής μας. Διαφορετικές ψυχονοητικές καταστάσεις, μας κάνουν να τον αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά και όσο μεγαλώνουμε μας προσπερνά όλο και πιο γρήγορα. Θυμάστε τότε που ήμασταν πιτσιρίκια και το απόγευμα δεν περνούσε ποτέ;
Eisai protos kala prepei na exeis poly xrono
ΑπάντησηΔιαγραφή